Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011

Ο ΠΟΛΥΠΑΘΟΣ ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ, ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΞΥΛΟΠΟΛΗΣ.


Ο ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΟΥ Αη ΓΙΩΡΓΗ ΣΤΗΝ ΞΥΛΟΠΟΛΗ

Εξέχουσα θέση  στη λαϊκή λατρεία των Ξυλοπολιτών, κατέχει, ο Άγιος Γεώργιος του οποίου ο ναός  αποτελεί σύμβολο του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος  του χωριού. 
H γιορτή του, την 23η Απριλίου, αποτελούσε για τον αγροτικό και κυρίως τον ποιμενικό πληθυσμό της κοινότητας  την ημέρα της αρχής του θερινού εξαμήνου καθώς και την έναρξη την περίοδο αυτή νέων  ποιμενικών συμβάσεων.
Με τη γιορτή  αυτή έχουν συνδεθεί πολλά λατρευτικά έθιμα με τα οποία επιζητείται η εξασφάλιση της υγείας των μελών της οικογένειας και της παραγωγής, έτσι  ο εορτασμός του Αγίου παρουσιάζεται με ιδιαίτερα γνωρίσματα στην Ξυλόπολη.   
Ο λαϊκός εορτασμός του Αγίου Γεωργίου, λαμβάνει χώρα ανήμερα της θρησκευτικής γιορτής, ήτοι την 23η Απριλίου ή  τη Δευτέρα της Διακαινησίμου.
Μετά την τέλεση της θείας λειτουργίας στην  εκκλησία του Αγίου, ο ιερέας και το εκκλησίασμα σχηματίζουν εκκλησιαστική πομπή, υπό μορφή λιτανείας.  Προηγείται αυτής το σήμαντρο.
Λιτανεία αποκαλείται η πορεία που πραγματοποιούν χριστιανοί, εντός ή εκτός ναού, ως είδος κινητικής προσευχής, για αγιασμό και προστασία των κατοίκων της περιοχής ή ακόμα και του φυσικού περιβάλλοντος.[1]
Η λιτανεία γίνεται με πάνδημη συμμετοχή των Ξυλοπολιτών και πλήθους πιστών, πίσω απ΄ αυτούς σε μακρά σειρά, παιδιά και πολλοί ενορίτες φέρουν εικόνες, τις οποίες παρέλαβαν από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου ή από τα εικονοστάσια των σπιτιών τους.
Η πομπή όλη προχωρεί υπό τους ήχους του σήμαντρου στα όρια της αγροτικής περιοχής του χωριού.  Σταθμεύει το λιγότερο τέσσερις φορές, ήτοι  στο ανατολικό μέρος, το βόρειο, το δυτικό και το νότιο, στα τέσσερα δηλ. σημεία του ορίζοντα, και σε κάθε στάση ο ιερέας, αναπέμπει δέηση.  Στη συνέχεια ο ιερέας ψάλλει τα ειρηνικά και το τροπάριο ενός εκ των εικονιζόμενων αγίων την εικόνα του οποίου φέρει κάποιος από τους ενορίτες, ενώ υψώνει την εικόνα του τρεις αναφωνών,  «Μέγα το όνομα».

Είναι αλήθεια ότι το χωριό μας οφείλει πολλά στην παρουσία του Αη Γιώργη.  Τη μέρα της γιορτής του όλη η περιοχή έχει πανηγύρι και χαίρεται όταν ο Άγιος βγαίνει για την προγραμματισμένη Περιφορά μέχρι την Κιάντα ή τα Αμπέλια.  Σαν ήλιο βλέπει ο Λιγκοβανιώτης τον Άγιο να βγαίνει από το Ναό του και να φωτίζει την πλαγιά αυτή του Βερτίσκου.  Αυτή η πλαγιά  θα δεχθεί την ευλογία του.
Πολλές φορές επεχείρησαν να τον πάρουν αλλά δεν το επέτρεψε.  Εκεί λίγο πιο έξω μέχρι την εκκλησία του Ραϊ και τη σκάλα του Γιάντσου.  Δεν πήγαινε πιο πέρα.  Έγινε ασήκωτος.  Στο χώρο τούτο νοιώθει ευχαριστημένος αφού ο ίδιος τον διάλεξε ανάμεσα σε τόσους άλλους που περιόδευσε.
Έτσι βασιλεύει στην Ξυλόπολη και κάποιες φορές το χρόνο βγαίνει τη βόλτα του σαν άρχοντας ακριβοθώτητος για να τον χαρούν και να τον θαυμάσουν οι υπήκοοί του.  Κι έρχονται όλοι στην Περιφορά, στη μέση Εκείνος σηκωμένος στα χέρια,  σεμνός, άφθαρτος, στητός.
Μπροστά τα παιδιά με τα εξαπτέρυγα, ψαλτάδες, παππάδες, προύχοντες και ακολουθεί ο πιστός λαός.  Το πέρασμά του από τον Μπογδάνα, τα φυντάνια, τα σπαρτά, τα λιβάδια, τα πηγάδια είναι ευλογία, η έξοδος του Άρχοντα στα υποστατικά του.  Στην πρώτη στάση στου Βάξου Μπαζαλούκ θα ξαποστάσει για λίγο κάτω από τη σκιά της μεγάλης βελανιδιάς και τα βοσκοτόπια θα είναι πλουσιοπάροχα.  Θα διαβεί μέσα από τα καταπράσινα σπαρτά για να είναι πλούσια η παραγωγή και θα καθίσει στου Τζούλιου το πηγάδι, θα ξεδιψάσει κάτω από τη γκορνιτσιά  και το νερό του πηγαδιού δεν θα στερέψει το καλοκαίρι και τα φύλλα της θα θροΐσουν για να χαιρετήσουν τον Αφέντη.
Αχ αυτή η λιτανεία!  Οι καμπάνες χαρμόσυνα χτυπάνε η μπάντα παιανίζει, ποιος ξέρει τι να σκέφτεται ο Άγιος.  Έχει μάτια να τα δει, αυτιά να τ’ ακούσει;
Οι καημένοι οι Ξυλοπολίτες πασχίζουνε να τον δοξάσουνε.  Δέξου τα Άγιε.  Οι άνθρωποι τόσο μπορούν, τόσο ξέρουν να σου προσφέρουν.  Αν θέλεις μη τα ξεσυνεριστείς.  Αν δεν σ’ αρέσουν ρίξε μια ματιά κάπου αλλού.  Δες τους λόφους, δες τα δένδρα, τα ποτάμια.
Για δες στην Περιφορά τί γίνεται; Καλοντυμένες υπάρξεις, άνδρες, γυναίκες, παιδιά τρέχουν με σπουδή να εξασφαλίσουν μια θέση στην όλη πομπή όπου λάχει κατά μήκος του δρόμου για να ακολουθούν τον Άγιο.  Στη βιάση τους κάποιοι γλυστράνε πέφτουν μες στον Μπογδάνα, βρέχονται κρυώνουν αλλά δεν πειράζει είναι ευλογία.
Στην πρώτη στάση ο κύκλος με όλους τους Αγίους κλείνει οι εικόνες κατεβαίνουν από τους ώμους και έχουν πρόσωπο το κέντρο του, όλοι σιωπηλοί ψάχνουν για μια θέση, καλμάρουν για να ακούν τις ευχές του ιερέα.
Εδώ μπορεί να γίνει το θαύμα. Αν δε γίνει τώρα μια άλλη φορά ίσως, η πίστη δεν αποκάμνει. Η Περιφορά όμως είναι το κορύφωμα της ελπίδας. Στη λεύκα της γέφυρας κορυφώνεται, αναπέμπονται δεήσεις και ψάλλονται τα απολυτίκια.
Η τελευταία στάση θα γίνει στην πλατεία.  Στολισμένη σιωπηλή περιμένει την άφιξη της πομπής.  Στο κέντρο της ένα τραπέζι με το βασιλικό περιμένει τον ιερέα για τον Αγιασμό.   Στη συνέχεια παίρνει την κατηφόρα της επιστροφής του στην Εκκλησία.
Εδώ στην αρχή της ταφικής οδού που οδηγεί στο χώρο Του θα ακουστεί δέηση "υπέρ ευφορίας των καρπών της γης και καιρών ειρηνικών" και  τα ωραία εξαποστειλάρια.
Ο Άγιος τοποθετείται αριστερά της κύριας εισόδου του ναού πλαισιωμένος από τις υπόλοιπες εικόνες σύμφωνα με την διάταξη του εικονοστασίου.    Ο κόσμος περιμένει να προσκυνήσει και οι επίτροποι αναλαμβάνουν το έργο να τοποθετήσουν τις εικόνες στον φυσικό τους χώρο, στο Τέμπλο.
Τέλος ο όλος εορτασμός λήγει το απόγευμα με την δημοπρασία των διαφόρων αφιερωμάτων προς τιμήν του Αγίου ενώ καθ’ όλη τη διάρκειά της συνοδεία οργάνων το εκκλησίασμα επιδίδεται σε χορό.
Από τις τελετουργικές αυτές πράξεις, η λιτάνευση, αποσκοπεί, σύμφωνα με την πίστη των Ξυλοπολιτών, στην επιτυχία της γεωργικής παραγωγής για την απόκρουση κάθε κακού και κυρίως της πτώσης χαλαζιού.
Χαρακτηριστικό στοιχείο της όλης πομπής αποτελούσε πάντα και η εμμονή των κατοίκων για τη μεταφορά της κατά πολύ βαρύτερης, σε σχέση με τις υπόλοιπες εικόνες, αυτής του Προφήτου Ηλίου, αφού είναι γνωστό ότι ο Προφήτης αυτός, θεωρείται «ως έφορος επί της βροχής».
Η κυκλική αυτή περιφορά των εικόνων απαντάται ανάλογα και σε άλλες εκκλησιαστικές τελετές, όπως η περιφορά του Επιταφίου.

Παπαδημήτρης Λίμου







ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ Αη ΓΙΩΡΓΗ



Η κύρια είσοδος του Αη Γιώργη, στο πάνω μέρος της βρίσκεται εντός τυμπάνου σε μουσαμά η εικόνα του Αγίου, ενώ στα δεξιά της η ημερομηνία αποπεράτωσης του Ναού.
 
 Ο ναός του Αγ. Γεωργίου ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής, αρχιτεκτονικό τύπο πολύ διαδεδομένο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ιδιαίτερα στο χώρο της Μακεδονίας.  Η προτίμηση του τύπου αυτού για ενοριακές κυρίως εκκλησίες δείχνει την οικονομική και κοινωνική κατάσταση της εποχής.
Η αρχιτεκτονική της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου παρουσιάζει αξιόλογο ενδιαφέρον. 
Ο Άγιος Γεώργιος είναι απλή και ταπεινή εκκλησία με χαμηλή είσοδο, ώστε συχνά αναγκάζεται κανείς να περάσει σκύβοντας.  Οι υπόδουλοι Έλληνες έκτιζαν τους ναούς τους μ΄ αυτόν τον τρόπο, για να είναι δύσκολο στους κατακτητές να τους μετατρέψουν σε στάβλους, όπως συνήθιζαν τότε.
Χάριν της αναδείξεως και απομονώσεως του από τον θόρυβο των περιμετρικών δρόμων περιβάλλεται από ευρύχωρη αυλή περικλειόμενη από περιβολότοιχο που φέρει είσοδο ανατολικά. 
Η μία των στενών πλευρών του η φέρουσα την κόγχη βλέπει προς ανατολάς.  Αυτή τη διεύθυνση την επέβαλαν οι Αποστολικές Διαταγές (ΙΙ,57) και η Διαθήκη του Κυρίου (Ι,19).
Κατά άλλη εκδοχή η προς Ανατολάς στροφή εδόθη κατ’  απομίμηση του ναού του Σολομώντος, όπου τα Άγια των Αγίων ήταν στραμμένα προς ανατολάς. Σολομών
Δεν ξεχωρίζει εύκολα από τα ταπεινά οικήματα του οικισμού.  Την μελαγχολία που φέρνει το λιγοστό φως, που τρυπώνει μέσα από τις σχισμές ή από τα παράθυρα των τοίχων, την διώχνει από τις ψυχές των πιστών μόνο το τρεμουλιαστό φως των κεριών κατά την διάρκεια της λειτουργίας που δίνει κίνηση στις μορφές των αγίων.
Η ανάπτυξη και η σταθερή κοινωνική διάρθρωση της κοινότητας, απαιτούσε εσωτερικό ευρύχωρο, όπου όλα τα μέλη της κοινότητας μπορούσαν να συγκεντρωθούν αλλά και να συνταχθούν συνάμα με τρόπο σαφή, χωρισμένα κατά κατηγορίες, σύμφωνα με το γένος, αλλά προ πάντων σύμφωνα με την κοινωνική ιεραρχία. Το λέει εξ άλλου και το τραγούδι:
Ζερβά να είν’ η  Παναγιά με όλα τα κορίτσια
Δεξιά να είναι ο Χριστός μ’ όλα τα παλικάρια
Στη μέση να’ ναι ο Σταυρός να στέκουν οι γερόντοι.
Έτσι η διάταξη των εικόνων στο εικονοστάσιο καθόριζε και την τάξη μέσα στην εκκλησία.  Για το λόγο αυτό οι γυναίκες εκκλησιάζονταν ξεχωριστά από τους άνδρες, αριστερά ή στον νάρθηκα ή επάνω από την είσοδο στο γνωστό γυναικωνίτη.
Οι κτίστες της Λιγκοβάνης δεν φημίζονταν ως ικανοί για ωραίες εκκλησίες αλλά έκτισαν τον Άγιο Γεώργιο γρήγορα και σωστά και σύμφωνα με τους επικρατούντες την εποχή εκείνη βυζαντινούς τύπους.  Πράγμα που δείχνει την εμμονή τους στην παράδοση.  Ο πιο συνηθισμένος τύπος στα χωριά ήταν η μακρόστενη ξυλόστεγη βασιλική με τρία ή με πέντε κλίτη.  Ο Άγιος Γεώργιος είναι ο απλούστερος τύπος βασιλικής διαιρούμενος σε τρία κλίτη με κιονοστοιχίες από 7 κίονες η κάθε μία.  Οι εσωτερικές διαστάσεις είναι 17 μ. επί 11 μ.  Το δάπεδο του κυρίως ναού είναι χαμηλότερα από αυτό του Ιερού.
Τις δύο πλευρές (την δυτική και τη μισή νότια) περιβάλλει  ανοικτή στοά πλάτους 2.70 μ., η οποία φαίνεται ότι έχει προστεθεί αργότερα.    Η κιονοστοιχία πατεί σ’ ένα χαμηλό πεζούλι πλάτους 0.50 μ. που παλαιότερα στηριζόταν σε ξύλινους πεσσούς οι οποίοι αργότερα αντικαταστάθηκαν με τούβλα και θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι πλησιάζει προς το σπιτικό «χαγιάτι». 
Η στοά πλουτίζει το Ναό με κίνηση των επιπέδων στη μονοκόματη στέγη και με ένα έντονο ρυθμικό στοιχείο στις όψεις.  Παράλληλα δίνει την αίσθηση ότι σχηματίζει ένα είδος εξωνάρθηκα δηλαδή κλειστού χώρου.
Η στοά της δυτικής πλευρά που εμπλουτίζει το Ναό.
Οι δύο ανατολικοί κίονες στους οποίους είναι προσαρμοσμένο το τέμπλο βρίσκονται μέσα στο ιερό.  Το ιερό είναι ενιαίος χώρος χωρίς να χωρίζονται οι χώροι της προθέσεως και του διακονικού. 
Πάνω από την δυτική πλευρά υπάρχει γυναικωνίτης σε σχήμα Π που στηρίζεται στους δύο βόρειους και τους δύο νότιους κίονες. 
Εσωτερική κλίμακα στην βόρεια πλευρά του ναού οδηγεί στον γυναικωνίτη ενώ εξωτερική στην νότια πλευρά.  Εσωτερικά τα ξύλινα θωράκια του γυναικωνίτη κοσμούνται με ζωγραφική (ρόμβοι με τριαντάφυλλα στο κέντρο).  Στην ανατολική πλευρά εξέχει μόνο η κόγχη του ιερού. 
Ως προς την μέθοδο κατασκευής διαπιστώνουμε την εμμονή στο παλαιό πατροπαράδοτο ισοδομικό σύστημα της απλής τοιχοποιϊας με λίθους που συνδέονται με άφθονη ασβέστη. Τα παράθυρα είναι λίγα ενώ οι είσοδοι είναι δύο μικρές και χαμηλές.  Οι ισλαμικές επιδράσεις είναι σχεδόν ανύπαρκτες στον Άγιο Γεώργιο.
Το εσωτερικό του Ναού φωτίζουν παράθυρα ορθογώνια τοποθετημένα ψηλά.  Τρία στην βορεινή πλευρά και δύο στην νότια εκ των οποίων το ένα τα τελευταία χρόνια μετατράπηκε σε δεύτερη είσοδο. Στους ξύλινους κίονες στηρίζεται η οροφή και η στέγη.  Η ξυλόστεγη οροφή του Αη Γιώργη είναι επίπεδη στα δύο πλαϊνά κλίτη, στολισμένη  με την τυπική και στα αρχοντικά σπίτια της εποχής διακόσμηση.
Με την ξύλινη στολισμένη επένδυση της οροφής ταιριάζουν και όλες οι άλλες κατασκευές που επιπλώνουν την εκκλησία. Το εικονοστάσιο, μεγάλο ξύλινο παραπέτασμα με σαφή αρχιτεκτονική διάρθρωση, χωρίζει το ιερό από τον κυρίως ναό και στα τρία κλίτη, και πλαισιώνει τις μεγάλες και μικρές εικόνες σε οργανωμένες με αυστηρή τάξη σειρές.  Με το μέγεθός του, που πλησιάζει προς την οροφή, με θέματα φυτικά, παραδείσια, φωτισμένο από τα καντήλια που κρέμονται μπροστά στις σεβάσμιες εικόνες, το εικονοστάσιο αποτελεί το λαμπρό και εορταστικό μέτωπο που κυριαρχεί στο εσωτερικό του Ναού.  Ο άμβωνας, ο επισκοπικός θρόνος, τα αναλόγια για τους ψάλτες, τα παγκάρια, όλα είναι με τον ίδιο τρόπο δουλεμένα και με την ίδια λιτή πολυτέλεια στολισμένα.  Είναι φανερό ότι την εποχή αυτή γίνεται έντονη η τάση να προσδοθεί σε ολόκληρο το εσωτερικό του Ναού ατμόσφαιρα αρχοντιάς, έκφραση ευμάρειας και οικονομικής υπεροχής της κοινότητας, εντελώς αντίστοιχη με αυτήν που προσπαθούν να δημιουργήσουν οι άρχοντες στα σπίτια τους με ανάλογα μέσα.
Το δάπεδο του Αη Γιώργη είναι επενδυμένο με πλακίδια σχηματίζοντα γεωμετρικά σχέδια σε χρωματισμούς του μπλέ και του γκρί. Τα δάπεδα των εκκλησιών είχαν περιορισμένα θέματα, γιατί αποφεύγονταν για ευνόητους λόγους ιερές σκηνές από τα Ευαγγέλια.  Δεν ήταν σωστό να πατούν οι άνθρωποι πάνω σε άγια πρόσωπα και πράγματα. Έτσι η θεματολογία ήταν καθαρά διακοσμητική - κυρίως γεωμετρικά σχέδια σε μεγάλη ποικιλία.
Στην ταπεινή εκκλησούλα του Αγίου Γεωργίου συναντούμε τοιχογραφίες όχι από ονομαστούς ζωγράφους.  Η εσωτερική ζεστασιά του περιβάλλοντος διδάσκει, υποβάλλει και ανατείνει προς το υπερκόσμιο τις ψυχές των ταλαιπωρημένων, αλλά ψυχικά ενωμένων χριστιανών.

Η κολυμπήθρα του Αη Γιώργη

Στα ελάχιστα σωζόμενα δείγματα υστεροβυζαντινής  κολυμβήθρας ανήκει αυτή του Αγίου Γεωργίου.  Είναι αυτοτελές κτίσμα, το οποίο λειτουργούσε σταθερά ως βαπτιστήρι, τοποθετημένη στο δυτικό τμήμα αριστερά της κυρία εισόδου.  Μπορούμε με βεβαιότητα να υποστηρίξουμε ότι η σχετική τελετή λάμβανε χώρα στο δυτικό τμήμα του ναού.  Μνημείο της υστεροβυζαντινής Μακεδονίας, λίθινη,   ενώ το εσωτερικό της περιβάλλει διακοσμημένη κεραμική επένδυση.  Σ’ αυτή πνίγηκαν τα δίδυμα του Βασίλη Βαγγέλη και διατηρείται σε άριστη κατάσταση.

Η κολυμπήθρα του Αη Γιώργη.



ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΤΟΥ Αη ΓΙΩΡΓΗ

«Ζωγραφία σιωπώσα εν τοίχω λαλεί πλείονα και ωφελιμωτέρα»
Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης

Στο εσωτερικό του Ναού του Αη Γιώργη κυριαρχεί ατμόσφαιρα μυσταγωγική.  Η κομψότητα δένει με την σοβαρότητα. Στο μέσον της οροφής και πλησιέστερα προς το Ιερό είναι ζωγραφισμένος ο Παντοκράτωρ μέσα σε κύκλο με τα χρώματα του ουράνιου τόξου. Στο Ιερό υπήρχαν τοιχογραφίες οι οποίες επιχρίστηκαν με ασβεστοκονίαμα. 
Ο Παντοκράτωρ.
Ίχνη από αυτές βρίσκονται στον τοίχο της κόγχης της Προθέσεως, όπου διακρίνεται φθαρμένη η σκηνή της Άκρας Ταπείνωσης,  (το θέμα του νεκρού Xριστού που προβάλλει ημίσωμος μπροστά στο σταυρό) είναι εμπνευσμένη από τη λειτουργία της Προσκομιδής, που τελείται εκεί κατά την προετοιμασία των Tιμίων Δώρων και πριν από τη Mεγάλη Eίσοδο.  Μεταξύ του Παντοκράτορος και του Ιερού είναι προσαρμοσμένος στην οροφή  «δωδεκάκτινος ήλιος» το αστέρι της Βεργίνας, η αλλιώς «Ήλιος της Βεργίνας», σύμβολο της Μακεδονικής Βασιλικής Δυναστείας του Φιλίππου Β΄ και του Μεγάλου Αλεξάνδρου όχι όμως με δεκαέξι ακτίνες αλλά με δώδεκα.  Το αστέρι αυτό αποτελεί παραλλαγή του ήλιου της Βεργίνας όπως ανευρέθη στην λάρνακα της Ολυμπιάδος και πιθανόν οι πρόγονοί μας ήθελαν να δείξουν την καταγωγή τους.
Η σκηνή της Άκρας Ταπείνωσης.


Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΛΥΠΗΡΑ ΤΟΥ ΤΕΜΠΛΟΥ
Ο ξυλόγλυπτος Σταυρός με τα δύο Λυπηρά αποτελεί τμήμα της επίστεψης του τέμπλου, και συγκεκριμένα της πυραμίδας που βρίσκεται στο ψηλότερο σημείο του τέμπλου, ώστε να είναι ορατός σε όλους του πιστούς.  
Ο Σταυρός και τα Λυπηρά του Τέμπλου.
Οι διαστάσεις του τηρούν τέλειες αναλογίες έτσι ώστε με κορυφή το κέντρο του Σταυρού και με απολήξεις της οριζόντιας και της κάθετης κεραίας, να δημιουργούνται δύο νοητά ισοσκελή τρίγωνα.  Ο επίχρυσος Σταυρός με χρωματικές διακοσμήσεις φέρει ολοκληρωμένο διάτρητο και περίτεχνο ξυλόγλυπτο, όπου οι κεραίες του έχουν τρίλοβες απολήξεις. Περιβάλλεται από ελισσόμενους φυλλοφόρους βλαστούς, με ρόδακες και άλλα φυτικά θέματα που αναπτύσσονται γύρω από τους λοβούς.
Η ζωγραφική του επιφάνεια αποτελείται από τη Σταύρωση του Χριστού και τα τέσσερα σύμβολα των Ευαγγελιστών στις τρίλοβες απολήξεις.
Πάνω σε καφέ Σταυρό είναι ζωγραφισμένος ο Χριστός νεκρός, προσηλωμένος.  Εικονίζεται με γερμένο το κεφάλι πάνω στον δεξιό ώμο και το σώμα χαλαρωμένο σχηματίζει ελαφρά καμπύλη.  Το γυμνό σώμα, με ένα μόνο κοντό περίζωμα γύρω από την οσφύ, αποδίδεται με ρυθμική κίνηση γύρω από τη λεκάνη, δένεται με κόμπο και αριστερά πέφτει ελεύθερος.  Στις τρίλοβες απολήξεις των κεραιών του Σταυρού απεικονίζονται τα σύμβολα των Ευαγγελιστών, ο αετός (Ιωάννης), ο λέων (Μάρκος), ο άγγελος (Ματθαίος) και ο βους (Λουκάς). 
Στην κορυφή του Σταυρού πάνω σε πινακίδα είναι γραμμένη η επιγραφή «ΙΝΒΙ».  Δεξιά του Σταυρού, μέσα σε περίτεχνο ξυλόγλυπτο Λυπηρό εικονίζεται η Θεοτόκος.  Είναι μια ραδινή μορφή, τυλιγμένη στο σκουρόχρωμο μοφόριό της, με καλυμμένους και τους δύο ώμους και την κεφαλή της.  Το στήσιμο της μορφής και η κίνηση των χεριών και της κεφαλής συμβάλλουν στη δημιουργία μιας «κλειστής» στη θλίψη της μορφή.  Απέναντι ο Ιωάννης, στο κέντρο του Λυπηρού, με την ίδια διακόσμηση, εικονίζεται στραμμένος προς τον Εσταυρωμένο.  Ο χαλαρός ρυθμός στη στάση του σώματος του Ιωάννη και η κίνηση του χεριού και της κεφαλής εξυπηρετούν την έκφραση μιας μορφής αποκαμωμένης από τον ψυχικό πόνο.
Ο Σταυρός ακουμπά πάνω σε κυκλικό ξυλόγλυπτο τμήμα, που έχει ζωγραφισμένο το κρανίο του Αδάμ και ανάμεσα σε αυτό και τη βάση του Σταυρού δύο περιστέρια που ραμφίζουν με ανοιχτά τα φτερά συμμετρικά.
Στη βάση της όλης σύνθεσης, δεξιά και αριστερά από την «Κάρα του Αδάμ», αναπτύσσονται δύο χρυσοί φτερωτοί δράκοντες με κοκκινωπά φτερά.  Πάνω στο ανοιχτό στόμα τους, που διευθύνεται προς τα πάνω, στηρίζονται τα Λυπηρά.

ΤΑ ΒΗΜΟΘΥΡΑ ΤΟΥ ΤΕΜΠΛΟΥ
Το κεντρικό στην «Ωραία Πύλη» βημόθυρο είναι όλο ζωγραφιστό.  Χωρίζεται σε δύο θεματικές ενότητες με κυριαρχούσα τη δεύτερη, όπου παριστάνεται ο Ευαγγελισμός.  Στην πρώτη ζώνη, που χωρίζεται από την δεύτερη με την  στέγη του οικοδομήματος, καθώς δεν υπάρχει διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δύο παραστάσεων, εικονίζονται, σε γκρι  οικοδόμημα, στηθαίοι δύο Προφήτες στραμμένοι προς το κέντρο, ο Δαβίδ και ο Σολομών. Φορούν βασιλικά ενδύματα, χιτώνα και μανδύα, με χρώματα κόκκινα και πράσινα. 
Το κεντρικό Βημόθυρο.
 Στις κεφαλές φέρουν στέμματα.  Το δεξί τους χέρι είναι σε στάση ομιλίας, ενώ με το αριστερό τους κρατούν ανοιχτά προς τα πάνω ενεπίγραφα ειλητάρια,
«εγώ κιβωτόν σε ηγιασμένην κόρη κέκληκά σε πριν ο βλέπων ναού την χάριν» (Δαβίδ), «εγώ σε κλίνην νέου βασιλέως κέκληκά σε πριν κυρύττων το θαύμα» (Σολομών).
Πάνω από τους Προφήτες κόκκινο περίγραμμα κλείνει το τόξο, ενώ σε χρυσό φόντο η επιγραφή «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ»,  υποδηλώνει την επιβεβαίωση του γεγονότος του Ευαγγελισμού.
Η μεσαία και κυριότερη παράσταση εικονίζει τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.  Αριστερά ο Αρχάγγελος Γαβριήλ προσέρχεται με μεγάλο βηματισμό προς την Θεοτόκο.  Έχει σηκωμένο το δεξί χέρι σε ένδειξη ομιλίας, μεταφέροντας και την ευλογία του Πατρός, στο δε αριστερό κρατεί πράσινο κλάδο με τρεις κρίνους.  Φορεί πράσινο χιτώνα, με πλούσιες γωνιακές και ρυθμικές πτυχώσεις και φωτισμούς με φωτεινότερο πράσινο χρώμα και κόκκινο πλούσιο μανδύα, ο οποίος καλύπτει τον αριστερό του ώμο και αφήνει ελεύθερο τον δεξιό και το χέρι.  Η πλούσια διατεταγμένη και ρυθμική πτυχολογία τονίζεται με βαθύ κόκκινο χρώμα, ενώ τις παρυφές περιτρέχει χρυσό λεπτό σιρίτι.  Οι φτερούγες είναι σχηματοποιημένες σε φύλλο χρυσού, με λαζούρες σκούρου κόκκινου, χωρίς ιδιαίτερες εξάρσεις.
Η Θεοτόκος απέναντι, στέκεται όρθια σε υποπόδιο, μπροστά σε έναν μεγαλοπρεπή θρόνο με διακοσμητικά στοιχεία, επηρεασμένα από τον ρυθμό Μπαρόκ.  Τα περιγράμματα είναι σκούρα, ενώ γλυκασμοί με λαζούρες του μπλέ και κόκκινου παρέχουν πλαστικότητα και ευαισθησία.  Η Θεοτόκος κλίνει ελαφρώς και με κομψότητα την κεφαλή της στον Άγγελο, με το δεξί της χέρι απλωμένο, σε ένδειξη αποδοχής του μηνύματος, ενώ με το αριστερό κρατεί ανοιχτό προς τα κάτω ενεπίγραφο ειλητάριο επί του οποίου αναγράφεται:
«ίδου η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου»,
ολόψυχα και ανεπιφύλακτα συγκατατέθηκε.  Φορεί γαλάζιο χιτώνα με πλούσια, εύκαμπτη, γωνιακή πτυχολογία και φωτίσματα ανοιχτότερου γαλάζιου.  Το μαφόριο είναι κόκκινο, φωτεινό, με σκληρές σκουρότερες και πλούσιες πτυχές.  Λιτότητα διακρίνεται και στην απόδοση των σαρκωμάτων, ενώ οι φωτοστέφανοι και των δύο προσώπων χάνονται, χρωματικά, μέσα στο ροδαλό χρώμα του γιγαντιαίου συμπαγούς κτιρίου που καλύπτει τον κάμπο του θέματος.
Η ενότητα του τόπου που χαρακτηρίζει τη σύνθεση, η χειρονομία λόγου του Αγγέλου υποδηλώνουν κατάργηση του χρόνου.  Από τον 15ο αιώνα, η σύνθεση του Ευαγγελισμού αρχίζει σιγά-σιγά να τοποθετείται στα βημόθυρα της κεντρικής εισόδου του Ιερού Βήματος.  Η επιλογή αυτή, γνωστή από τα έργα της πρώϊμης κρητικής τέχνης, δεν μπορεί να είναι τυχαία.  Ο Ευαγγελισμός έχει καθαρά δογματική και παράλληλα έντονα συμβολική σημασία, θεωρώντας την Θεοτόκο ως πύλη, μέσον της ενσαρκώσεως του Ιησού Χριστού.  Η Θεοτόκος είναι η:
«πύλη Κυρίου η αδιόδευτος»,
η οποία άνοιξε μόνο για τη διέλευση του Χριστού και μετά παρέμεινε κλεισμένη.
Το δεξιό  βημόθυρο είναι προσαρμοσμένο στο τέμπλο του ναού.
Το πάνω μέρος έχει το συνηθισμένο στα βημόθυρα ημικυκλικό σχήμα.  Παριστάνεται ο Αρχάγγελος Γαβριήλ  με προτεταμένο το αριστερό του πόδι, ενώ το δεξί έχει μείνει  σε μικρή προς τα πίσω απόσταση. 
Στο αριστερό του χέρι κρατεί σκήπτρο, ως αγγελιοφόρος του Βασιλέως των Βασιλέων, στηριζόμενο στον ώμο του.  Ο Αρχάγγελος φέρει χιτώνα χρώματος ανοιχτού γαλάζιου.   Οι μεγάλες πτέρυγες του Αρχαγγέλου έχουν χρώμα βαθυκόκκινο με σκουρότερες γραμμές.
Το αριστερό βημόθυρο είναι και αυτό προσαρμοσμένο στο τέμπλο του ναού και οι διαστάσεις του είναι ίδιες με του δεξιού. Παριστάνεται ο Αρχάγγελος Μιχαήλ εν στάσει. Στο αριστερό του χέρι κρατεί σκήπτρο.  Φέρει χιτώνα χρώματος βαθυπράσινου με πλατιά χρυσοκόκκινη ταινία. 
Οι πτέρυγες του Αρχαγγέλου έχουν χρώμα βαθύ γαλάζιο με σκουρότερες γραμμές.
Τα δύο βημόθυρα του Αη Γιώργη αποτελούν παραφωνία της όλης διακόσμησης του τέμπλου γιατί δεν έχουν καμία χρονολογική συγγένεια ή τεχνοτροπική σχέση με τις περισσότερες εικόνες του τέμπλου που έχουν έρθει από έξω και πιθανότατα από το Άγιο Όρος όπου την εποχή αυτή εργάζονται πολυάριθμοι Κρήτες αγιογράφοι. 
Δεν θα ήταν λοιπόν παρακινδυνευμένο να πούμε ότι, το αριστερό και δεξί βημόθυρο δεν είναι αξιόλογα, φέρουν δε ημερομηνία εικονογράφησης το 1983.
H υπόλοιπη ζωγραφική δεν είναι εντυπωσιακή, κινείται στα πλαίσια της επαρχιακής μακεδονίτικης αγιογραφίας του 19ου αιώνα.  Στα περισσότερα έργα βλέπουμε διαμορφωμένα τα χαρακτηριστικά των Κολακιωτών ζωγράφων, σκούρος προπλασμός προσώπων, μεγάλα μάτια σχεδιασμένα με σκούρο χρώμα, γραμμικές ρυτίδες, καθώς και τα χαρακτηριστικά της εποχής, χρυσοποίκιλτοι θρόνοι, φωτοστέφανα χρυσά με εμπίεστα αστέρια, διακοσμήσεις φυτικές στα υφάσματα και στα ρούχα των αγίων, κάποια ελευθερία στη σύνθεση των πολυπρόσωπων παραστάσεων, ακολουθώντας πάντα τα πρότυπα.
Οι δεσποτικές εικόνες, αρχής γινόμενης από την Ωραία Πύλη, είναι οι εξής:

Ο Χριστός Παντοκράτωρ, κάτω αριστερά η χρονολογία 1844, με την επιγραφή στις σελίδες ανοικτού ευαγγελίου,
 «εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήσει εν τη σκοτεία αλλ’ έξει το φως της ζωής»
και κάτω δεξιά η λέξη: μάθε.
Ο Χριστός Παντοκράτωρ.
Ο Χριστός εμφανίζεται σε προτομή φορώντας ορθόσημο, βυσσινί, χιτώνα και πράσινο ιμάτιο. 
Υψώνει το δεξί χέρι μπροστά στο στήθος σε χειρονομία ευλογίας, ενώ με το αριστερό κρατά το ευαγγέλιο. 
Το πρόσωπο πλαισιώνεται από καστανά μαλλιά, που αγγίζουν τον αριστερό ώμο.  Το γένι βγαίνει μαλακά από το πηγούνι και δίνεται με ευαίσθητες γραμμικές πινελιές.
Το πλατύ κεφάλι, στηριγμένο στο στιβαρό λαιμό, πλαισιώνεται από πλούσια μαλλιά. 
Τα μάτια μεγάλα και στοχαστικά δίνουν μια έκφραση συγκρατημένης αυστηρότητας και μεγαλείου στο πρόσωπο, του οποίου το μαλακό και ευαίσθητο πλάσιμο χαρίζει παράλληλα ένα τόνο γαλήνιας, ηρεμίας.  Το γενικό περίγραμμα της μορφής σχηματίζει μια πυραμίδα με πλατιά βάση, όπου το κεφάλι κάθεται στέρεα στους πλατείς ώμους.  Το ένδυμα αναπτύσσεται σε επίπεδα σχήματα, με κάποια σχηματοποίηση στις πτυχές που δεν είναι όμως ακόμα ξένες προς το σώμα.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος.  Φέρει πτέρυγες και δια της δεξιάς ευλογεί.  Δια της αριστεράς κρατεί εντός δίσκου την κεφαλή του, μακρύ σταυρό καθώς και ειλητάριο με την επιγραφή.
«Μετανοείτε ήγγικε γάρ η Βασιλεία των ουρανών». 
Κάτω αριστερά: Χείρι Μαργαρίτη Λάμπρου εκ Κολακιάς 1844.[1]
Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος.
Η μορφή του Αγίου ψηλή και ραδινή, με τη μακριά στυλιζαρισμένη κόμη, το μακρουλό πρόσωπο με τα λεπτά χαρακτηριστικά και την ανθρώπινη μελαγχολική έκφραση.
Η αριστοκρατική μορφή του Προδρόμου με το ραδινό σώμα, τη μνημειακότητα στη στάση και το εξευγενισμένο πρόσωπο, έχει χάσει αρκετές από τις αρετές της παλιότερης τέχνης. 
Εμφανίζεται βαριά και ακίνητη, η ισορροπία της ελαττώνεται από τη θέση των ποδιών, η ραδινότητά της περιορίζεται από την ανάπτυξη του ιματίου. Όσο κι αν τέτοιου είδους στοιχεία αδυνατίζουν τη γενική εντύπωση για το έργο δεν μπορεί κανείς να μη σταθεί σε ορισμένες αρετές του.
Το πρόσωπο του Αγίου, στεφανωμένο από πλούσια μαλλιά που πέφτουν στους ώμους του, πλάστηκε με εξαιρετική επιμονή στη λεπτομέρεια.  Ο καστανός προπλασμός έμεινε βέβαια σε πολλά σημεία ακάλυπτος, επειδή ακριβώς κάτι τέτοιο επιτρεπόταν από τον εικονογραφικό τύπο της ασκητικής μορφής του εικονιζόμενου.  Έτσι τα φωτισμένα μέρη περιορίζονται στο μέτωπο, στα μήλα του προσώπου και στη μύτη.
Σκούρες καστανές γραμμές σχηματίζουν τα μεγάλα τόξα των φρυδιών και περιγράφουν το σχήμα της μύτης.  Τα μάτια είναι στενά με σκουρόχρωμες κόρες και βολβούς έντονα φωτισμένους από τη μια μεριά με γρήγορη λευκή πινελιά.  Σκούρες καστανές πινελιές, επιτήδεια σχηματισμένες, ορίζουν τα βλέφαρα, ενώ δύο παράλληλες ανοιχτόχρωμες γραμμές φωτίζουν ελαφρά το πάνω βλέφαρο.  Κάτω από τα μάτια οι σκοτεινοί, στο χρώμα του προπλασμού, ημικυκλικοί ασκοί ξανοίγονται απ’ τη μια μεριά με ανοιχτόχρωμες πινελιές που οργανώνουν μια καλοπλασμένη περιοχή.
Τα μήλα με το διαγώνιο φωτισμό τους αποτελούν τις πιο συμπαγείς φωτεινές επιφάνειες.  Βαθιές σκούρες ρυτίδες αυλακώνουν το πρόσωπο στα σημεία εκείνα, για να τονίσουν το σπασμένο ασκητικό πρόσωπο.   Περιορισμένος γενικά είναι και ο φωτισμός στα τόξα των φρυδιών και στο μέτωπο.  Από τη μύτη και κάτω μόνο τα χείλη και μια περιοχή στο λαιμό αποτελούν φωτεινούς πυρήνες.  Γένια και μαλλιά έγιναν με καστανό χρώμα.  Τα μαλλιά πλουτίστηκαν με ανοιχτόχρωμες τούφες που τέθηκαν με ιδιαίτερη επιμέλεια και δημιούργησαν μια καλοσχηματισμένη περιοχή γύρω από το πρόσωπο.
Το ένδυμα αποδίδεται με αρκετή επιμέλεια, όσο κι αν το γενικό αποτέλεσμα δε φαίνεται απόλυτα ικανοποιητικό.  Το ιμάτιο καλύπτει μεγάλη επιφάνεια της εικόνας.  Το ύφασμα τυλίγει το κορμί του αγίου και η μια άκρη του ανεμίζει προς τα πίσω, ενώ η άλλη πέφτει πάνω από τον αριστερό ώμο του σε απανωτές πτυχές.  Οι σκούρες γραμμές όμως που καθορίζουν το μήκος και το σχήμα των πτυχών είναι ανοργάνωτες και αφύσικες.  Χαράζουν σε απρόβλεπτα σημεία το ένδυμα μετριάζοντας την προσπάθεια για πλαστική απόδοση του όγκου και προδίδουν αρκετή τυποποίηση και μη συνειδητή μεταγραφή της πτυχολογίας του προτύπου που είχε ο ζωγράφος.

Η Μεταμόρφωση. Στην πιο ογκώδη, γκριζωπή μεσαία κορυφή του τρικόρυφου βουνού Θαβώρ στέκεται όρθιος ο Χριστός. Είναι ντυμένος με λευκή στολή και περιβάλλεται από ίδια σχεδόν με το χρώμα του βουνού ελλειψοειδή τόξα. Έχει υψωμένο σε θέση ευλογίας το δεξί του χέρι.  Το κεφάλι του πλαισιώνεται από χρυσό σταυροφόρο φωτοστέφανο, ενώ έξω από το φωτοστέφανο υπάρχουν ροδοκόκκινα τα μονογράμματά του IΣ  XΣ.
Η Μεταμόρφωση.
Στις δύο άλλες κορυφές, που διαφέρουν στο χρώμα και στο μέγεθος από την κεντρική, στέκονται συμμετρικά, αριστερά ο προφήτης Ηλίας, που προσβλέπει στο Χριστό με τα χέρια σε στάση δέησης, και δεξιά ο Μωυσής που κρατά με τα δύο χέρια  τις πλάκες του Νόμου. Και των δύο τα κεφάλια περιβάλλονται από χαραχτά χρυσά φωτοστέφανα.
Κάτω στη βάση της μεσαίας μεγάλης κορυφής εικονίζονται πεσμένοι κατά γης σε παράξενες στάσεις τρεις Απόστολοι.
Είναι σύμφωνα με την αφήγηση των Ευαγγελιστών (Ματθ. 17,1) ο Πέτρος, ο Ιωάννης και ο Ιάκωβος. Ο Πέτρος είναι γονατιστός και έχει υψωμένο το κεφάλι και το δεξί του χέρι, δείχνοντας ψηλά προς το Χριστό. 
Στο επάνω μέρος της εικόνας υπάρχει κόκκινη μεγαλογράμματη επιγραφή «Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ».
Τα στρογγυλά πρόσωπα, τα βαριά χαρακτηριστικά, οι πτυχώσεις και η εκτέλεση του τοπίου οδηγούν στο 17ο αιώνα.
Η λέξη μεταμόρφωση δηλώνει την αλλαγή της μορφής. Δηλαδή σε μια συγκεκριμένη στιγμή ο Χριστός αποκάλυψε αυτό που κρυπτόταν, φανέρωσε την δόξα της θεότητος, με την οποία ήταν ενωμένη η ανθρώπινη φύση από την στιγμή της συλλήψεως στην κοιλία της Θεοτόκου. Ο Χριστός με την μεγάλη Του φιλανθρωπία κάλυπτε αυτό που είχε πάντοτε, ώστε να μη «καούν» οι Μαθητές, λόγω της ακαταλληλότητός τους, επειδή δεν είχαν ακόμη προετοιμασθεί.
Ο Χριστός εκείνη την ώρα μεταμορφώθηκε,
«ουχ ο ουκ ην προσλαβόμενος, ουδέ εις όπερ ουκ ην μεταβαλόμενος, αλλ' όπερ ην τοις οικείους μαθηταίς εκφαινόμενος» (αγ. Ιωάννης Δαμασκηνός).
 Αυτό σημαίνει ότι ο Χριστός δεν προσέλαβε κάτι που δεν είχε, ούτε μεταβλήθηκε σε κάτι που δεν ήταν, αλλά φανέρωσε στους Μαθητές Του αυτό που ήταν. Ουσιαστικά όταν κάνουμε λόγο για Μεταμόρφωση εννοούμε ότι έδειξε την δόξα της θεότητός Του, που την κρατούσε αφανή στο φαινόμενο σώμα, επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να την αντικρύσουν.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θα πει ότι ο Χριστός δεν έδειξε ολόκληρη την θεότητα, αλλά μια μικρή ενέργειά της. Και αυτό το έκανε αφ' ενός μεν για να πληροφορήσει για το ποια είναι η θεϊκή δόξα της Βασιλείας, αφ' ετέρου δε από φιλανθρωπία, ώστε να μη χάσουν και την ζωή τους ακόμη, βλέποντας ολόκληρη την δόξα της θεότητος. Γι' αυτό, το μυστήριο της Μεταμορφώσεως είναι και αποκάλυψη της Βασιλείας, αλλά και έκφραση της αγάπης και της φιλανθρωπίας του Θεού. [2]

Ο Προφήτης Ηλίας.
Ο Προφήτης Ηλίας. Άριστης τεχνοτροπίας εικόνα, το κυρίαρχο χρώμα είναι βαθυκόκκινο με έντονες φωτοσκιάσεις.  Η   αυστηρότητα της μορφής, οι ζωηρά φωτιζόμενοι όγκοι προσώπου και οι γραμματικώς αποδιδόμενες λεπτομέρειες είναι δυνατόν να αποδοθούν σε ζωγράφο του Αγίου Όρους που ακολουθεί Κρητική παράδοση.  Δεν είναι απίθανο η εικόνα να προήλθε από το Άγιο Όρος.
Η Πεντηκοστή.
Η Πεντηκοστή.  Η Κάθοδος του Αγίου Πνεύματος, η επονομαζόμενη Πεντηκοστή, παριστάνεται με τους Αποστόλους καθισμένους σε ημικύκλιο.  Στο πάνω μέρος της παράστασης,  ακτινοβόλες δέσμες φωτός συμβολίζουν το Άγιο Πνεύμα.  Στο κάτω μέρος και στο μέσο στέκεται ένας γέροντας που συμβολίζει όλους τους ανθρώπους. Στα χέρια του κρατάει ένα λευκό ύφασμα με 12 κυλίνδρους. Αυτό συμβολίζει το αποστολικό έργο και τις διαφορετικές γλώσσες που μιλούσαν οι Απόστολοι μετά την Πεντηκοστή.[3]
Οι Άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός.

Οι Άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός. Μεταξύ των ποδιών τους η χρονολογία 1806.  Έχουμε όρθιους τους Αγίους Κοσμά, αριστερά, και Δαμιανό, δεξιά.  Μια από τις πλέον καλοδιατηρημένες και πρωτότυπες εικονογραφίες.  Και οι δύο Άγιοι να ευλογούν τους πιστούς.
Στο νότιο τοίχο είναι ανηρτημένες οι εξής εικόνες:

Ο Άγιος Κωνσταντίνος και η Αγία Ελένη.
Ο Άγιος Κωνσταντίνος και η Αγία Ελένη.  Το πιθανότερο είναι ότι αποτελεί έργο Κρητών αγιογράφων που εργάζονταν στο Άγιο Όρος και μάλλον μαζί με την εικόνα του Προφήτη Ηλία να αποτελούν έργο του ιδίου τεχνίτη.
Ο Άγιος Πέτρος και ο Άγιος Αντώνιος.
Ο Άγιος Πέτρος και ο Άγιος Αντώνιος. Ο Άγιοι  εικονίζονται ολόσωμοι και μετωπικοί ο Άγιος Αντώνιος κρατεί ειλητό με επιγραφή. Φοράει το ένδυμα του μεγαλόσχημου μοναχού, επενδύτη και κουκούλιο που περιβάλλει το πρόσωπό του.  Η εικόνα αυτή το πιθανότερο είναι ότι αποτελεί έργο Κρητών αγιογράφων που εργάζονταν στο Άγιο Όρος, αυτό φαίνεται από τα σταθερά χαρακτηριστικά της ζωγραφικής των κρητικών εικόνων της εποχής συγκαταλέγεται ακόμη η κλασική και ισορροπημένη σύνθεση, η αναπαράσταση της σάρκας με σκούρους καστανούς τόνους και τα μικρά λευκά φώτα στις προεξέχουσες επιφάνειες.

Η Ελεούσα.
Η Ελεούσα. (πηγή ελέους).  Σ' αυτήν εικονίζεται η Παναγία να βαστάζει με το αριστερό της χέρι τον Χριστό. Χαίρει πανορθόδοξης φήμης με αρκετές εικόνες σε πολλές χώρες, ένδειξη του μεγάλου σεβασμού που απολαμβάνει ανάμεσα στους ορθόδοξους λαούς.
Η Παναγία εικονίζεται μετωπική να κρατεί τον Χριστό στο αριστερό της χέρι και δέεται προς αυτόν με το δεξί μπροστά στο στήθος. Ο Χριστός, επίσης μετωπικός, ευλογεί με το δεξί χέρι.

Ο Άγιος Γεώργιος. Φέρει την επιγραφή:  1844 χειρ. Μαργαρίτη Λάμπρου εκ Κολακιάς δέησις του δούλου του Θεού Γεωργίου προσκηνυτού και Δημητρίου του υιού αυτού.  Δεν υπάρχει τοπίο κι έχουμε μία μικρή όψη του πύργου.  Το πρόσωπο αρκετά μεγάλο με φωτεινά σημεία, μεγάλα μάτια με τονισμένο το κάτω βλέφαρο. 
Η παράσταση είναι παραδοσιακά ζωγραφισμένη προσθέτοντας τις αφηγηματικές λεπτομέρειες που υπενθυμίζουν στους πιστούς την ιστορία του Αγίου.
Στην εικόνα αυτή παριστάνεται ο άγιος Γεώργιος με στρατιωτική εξάρτυση και έφιππος, τη στιγμή που σκοτώνει τον φτερωτό δράκοντα με το δόρυ του. Πρόκειται για το πιο δημοφιλές θαύμα του αγίου, το οποίο στο βίο του συσχετίζεται με την απελευθέρωση της πόλης της Λασίας από τον δράκοντα και τη διάσωση της μικρής πριγκίπισσας.

Ο Άγιος Δημήτριος.  Ο Άγιος φονεύων τον Σκυλογιάννη.  Κάτω δεξιά η επιγραφή: 1844 χειρ. Μαργαρίτη Λάμπρου εκ Κολακιάς.
Ο ορθόδοξος αγιογράφος εμπνευσμένος από τις διηγήσεις της ζωής, του μαρτυρίου και των θαυμάτων του αγίου, καθώς και από την υμνολογία και τα διάφορα εγκώμια που έχουν αφιερωθεί στον Άγιο Δημητριο το Μυροβλήτη, συνθέτει τις σχετικές εικόνες.  Οι εικόνες αυτές είναι πολλές, γιατί όπως παρατηρεί ο αείμνηστος Α. Ξυγγόπουλος,
«ο Μεγαλομάρτυς Δημήτριος είναι ασφαλώς εις των ολίγων Αγίων της Ορθοδόξου εκκλησίας, δια τον οποίον έχουν γραφή αι περισσότεραι ομιλίαι, τα πεισσότερα εγκώμια και έχουν συντεθεί τα περισσότερα στιχουργήματα… Παράλληλοι προς την άφθονον αυτήν φιλολογικήν παραγωγήν είναι και αι πολυάριθμοι απεικονήσεις εις χειρόγραφα, εις εικόνας φορητάς και εις τοιχογραφίας σκηνών εκ του βίου του Μαρτυρίου και των θαυμάτων του Αγίου.  Αι απεικονίσεις αυταί αποτελούν κύκλον ολόκληρον, ένα των ευρυτέρων που εδημιούργησαν οι αγιογράφοι των βυζαντινών και των μετά την Άλωσιν χρόνων».
Μία από τις συνηθέστερες παραστάσεις είναι και η ευρισκόμενη στον Άη Γιώργη στην οποία ο άγιος εικονίζεται στρατιωτικός.
Στην εικόνα αυτή ο άγιος Δημήτριος παρουσιάζεται καβαλάρης με στρατιωτική στολή πάνω σε κόκκινο άλογο φονεύοντας με το δόρυ του τον τσάρο των Βουλγάρων Σκυλογιάννη.  Πρόκειται για το θαύμα που έγινε το 1207 έξω από τα τείχη της Θεσσαλονίκης.  Ο τσάρος των Βουλγάρων Ιωαννίτζης που οι Βυζαντινοί αποκαλούσαν Σκυλογιάννη, φονεύτηκε κατά την παράδοση από τον άγιο Δημήτριο, όταν εκείνος πολιορκούσε τη Θεσσαλονίκη.  Στο πρόσωπο του αγίου Δημητρίου η Θεσσαλονίκη βλέπει πάντοτε τον προστάτη της, το στήριγμά της. 
Δίκαια ο άγιος Δημήτριος αποκαλείται από τον υμνωδό της Εκκλησίας
«ο μέγας φρουρός της Θεσσαλονίκης, ο ρύστης εν τοις κινδύνοις ο εξαίρετος, πρόμαχος ο κράτιστος» (Κανών δεύτερος).
Σε άλλο Κανόνα, που συνέθεσε ο Συμεών Θεσσαλονίκης, ο άγιος Δημήτριος φέρεται να λέει στην προστατευόμενή του πατρίδα Θεσσαλονίκη
«…μη φοβού ουν, πατρίς μου, εμέ κατέχουσα, τους εχθρούς σου γαρ πάντας πατάξω εν Χριστώ και φυλάξω σε την τιμώσαν με».
Δίκαια παρατηρήθηκε, πως από όλες τις εικόνες του Αγίου Δημητρίου, η εικόνα του έφιππου αγίου αγαπήθηκε περισσότερο, γιατί ενσαρκώνει τα ελληνικά ιδεώδη της παλληκαριάς και της λεβεντιάς.[4]

Ο Άγιος Αθανάσιος.
Ο Άγιος Αθανάσιος. Ο Άγιος Αθανάσιος, επίσκοπος της Αλεξάνδρειας, εικονίζεται μέχρι τη μέση σε αυστηρά μετωπική στάση. Με το αριστερό χέρι καλυμμένο από το φελόνιο κρατεί ευαγγέλιο με διάλιθη στάχωση. Στις σελίδες του ανοικτού ευαγγελίου αναγράφεται:
«Είπεν ο κύριος εγώ ειμί η θύρα δι’ εμού εάν τις εισέλθει σωθήσετε και εισελεύσεται και εξελεύσεται και νομήν ευρήση».
Φοράει πράσινο φελόνιο με σκουρόχρωμα τριαντάφυλλα και ροδοκόκκινο ωμοφόριο με χρυσούς σταυρούς.
 Κάτω δεξιά 1844 χειρ. Μαργαρίτη Λάμπρου εκ Κολακιάς.
Τα Εισόδια της Θεοτόκου.
Τα εισόδια της Θεοτόκου.  Η εικόνα χωρίζεται σε δύο άνισα μέρη. Στο κάτω, που καταλαμβάνει και τη μεγαλύτερη επιφάνεια της εικόνας, εικονίζεται πάνω σε βυσσινί δάπεδο με κυματιστές γραμμές όρθια η Παρθένος σε ηλικία παιδίσκης μπροστά στην ανοιχτή ιερή πύλη του ναού.  Ντυμένη με το γνωστό μαφόριό της, όπως τη βλέπουμε στις εικόνες της, με στικτό φωτοστέφανο στο κεφάλι, απλώνει τα χέρια σε στάση δέησης προς τον ιερέα που στέκεται απέναντί της. Είναι λυγερόσωμη και ευθυτενής και τίποτα δεν προδίδει την παιδική της ηλικία εκτός από το μικρό μέγεθος του σώματός της.  Πίσω της εικονίζονται σε μεγαλύτερες διαστάσεις από τα άλλα πρόσωπα οι γονείς της Παναγίας που έχουν τα χέρια τους υψωμένα σε στάση δέησης και φέρουν χρυσά φωτοστέφανα, που ορίζονται από δύο σειρές στικτών γραμμών στην περιφέρειά τους. Στο τέλος της πομπής ακολουθεί χορός παρθένων που κρατούν αναμμένα κεριά.  Στην πύλη του ναού υποδέχεται την Παναγία ο ιερέας Ζαχαρίας.  Εικονίζεται κυρτωμένος με τα χέρια ανοιχτά σε θέση υποδοχής. Φέρει όμοιο με των γονέων της Παναγίας φωτοστέφανο και είναι ντυμένος με επίσημα ιερατικά άμφια.
Στο βάθος της  εικόνας υπάρχει ψηλό αρχιτεκτόνημα, και στην οροφή του τα Άγια των Αγίων, όπου εικονίζεται στο τέλος της πάλι η Παναγία, ντυμένη με τα ίδια ρούχα, καθισμένη κάτω από τετρακίονο κιβώριο. Εδώ η Παναγία δέχεται την επίσκεψη του αρχαγγέλου Γαβριήλ που πετά ήδη κάτω από το κιβώριο, κρατώντας με τα δύο του χέρια μικρό αρτίδιο που προσφέρει ως τροφή στην Παναγία.
Ο ορθόδοξος αγιογράφος με βάση τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας για τη Θεοτόκο συνθέτει την εικόνα των Εισοδίων.  Το κύριο πρόσωπο της εικόνας είναι η τριετής Παναγία.  Εικονίζεται τη στιγμή που την υποδέχεται στο ναό ο ιερέας Ζαχαρίας, ο μετέπειτα πατέρας του Προδρόμου, καθώς την παραδίδουν ευλαβικά οι θεοσεβείς γονείς της.  Πίσω τους ακολουθούν οι παρθένες,
«οι αμίαντες θυγατέρες των Εβραίων»,
που κρατούν αναμμένες λαμπάδες.
Η Παναγία δε ζωγραφίζεται φυσιοκρατικά. Δεν εμφανίζει δηλαδή τίποτε το παιδικό, εκτός από το μικρό μέγεθος του σώματός της. Αυτό γίνεται σκόπιμα. Ο ορθόδοξος αγιογράφος θέλει να μάς απομακρύνει από το γράμμα της διήγησης («τριετής η παις»), για να συλλάβουμε το πνεύμα της, την εκκλησιολογική της διάσταση. Η Παναγία είναι η Θεοτόκος, η Μητέρα του Θεού. Γι’ αυτό ο υμνωδός μάς καλεί
«την νηπιάζουσαν φύσει και υπέρ φύσιν Μητέρα αναδειχθείσαν του Θεού ευφημήσωμεν ύμνοις» (Τροπάριο του όρθρου).
Η Παναγία εικονίζεται ως ώριμη γυναίκα με το γνωστό μαφόριό της, όπως τη βλέπουμε στις εικόνες της.
Το ίδιο κάνει και ο υμνωδός της Εκκλησίας και για τις λαμπάδες των παρθένων. Οι αναμμένες λαμπάδες δεν είχαν σκοπό να εμποδίσουν την τριετή παιδίσκη να γυρίσει πίσω, στο σπίτι της, καθώς ήταν στο δρόμο προς το ναό – αυτό λέει η απόκρυφη διήγηση - αλλά τούτο: να υποδείξουν τη νοητή λαμπάδα, την Παναγία, και προδηλώσουν έτσι την ανείπωτη μελλοντική αίγλη.
Αυτή η αίγλη θα ήταν ο Χριστός, γιατί από την Παναγία θα ανέλαμπε (θα γεννιόταν) φωτίζοντας τους καθισμένους στο σκοτάδι της αμαρτίας ανθρώπους.
Αυτόν το συμβολισμό παρουσιάζει το δ’ στιχηρό προσόμοιο του εσπερινού, ήχος δ’
«Αι νεανίδες χαίρουσαι και λαμπάδας κατέχουσαι, της λαμπάδος σήμερον προπορεύονται της νοητής και εισάγουσιν αυτήν εις τα Άγια των Αγίων ιερώς προσηλούσαι την μέλλουσαν αίγλην άρρητον εξ αυτής αναλάμψειν και φωτίσειν τους εν σκότει καθημένους, της αγνωσίας εν Πνεύματι».[5]

Στον βόρειο τοίχο.


Ο Άγιος Χαράλαμπος.
Ο Άγιος Χαράλαμπος και από κάτω 6 σκηνές του μαρτυρίου του σε 6 εικονίδια φέροντα τις επιγραφές:: α) Ο Άγιος προσεύχεται (εντός φυλακής), β) Ο Άγιος κρίνεται  υπό του βασιλέως, γ) Ο Άγιος δένεται χέρια και πόδια και στο άλογο, δ) Ο Άγιος πολλά δε …..(φθαρμένη), ε) επιγραφή φθαρμένη, στ) επιγραφή φθαρμένη.
Στις διάφορες πηγές της  εκκλησίας μας φέρεται και ως Χαραλάμπης και Χαραλάμπιος. Έζησε στην Μαγνησία της Μικράς Ασίας και ήταν ιερεύς, γι’ αυτό τον λόγο τον προσφωνούμε ως ιερομάρτυρα.  Μαρτύρησε στον διωγμό  που διέταξε ο αυτοκράτρορας της Ρώμης Σεπτίμιος Σεβήρος, από τον έπαρχο Λουκιανό. Όπως γράφει το συναξάρι του Αγίου, το μαρτύριό του ήταν να γδαρθεί ζωντανός με την συνεργεία του ίδιου του επάρχου, «οικείαις χερσίν».
Μάλιστα δε, όταν άπλωσε τα χέρια του ο έπαρχος πάνω στο μαρτυρικό σώμα του Αγίου αυτά κόπηκαν και κρεμόντουσαν πάνω στο σώμα του μάρτυρος,. Τότε ο Άγιος Χαραλάμπης προσευχήθηκε και αποκατέστησε την υγεία του Λουκιανού. Οι δήμιοι του Αγίου,  Πορφύριος και Βάπτος και τρεις γυναίκες που είδαν τα γεγονότα πίστεψαν στον αληθινό Θεό και αρνήθηκαν τα είδωλα.
Ο έπαρχος αν και ευεργετήθηκε από τον άγιο, που με την δέηση του ο Θεός τον έκανε καλά, διέταξε να τους αποκεφαλίσουν, παραμένοντας δυστυχώς στην απιστία του. Ο Άγιος Χαραλάμπης τιμάται ως προστάτης των λοιμωδών νόσων και συγκεκριμένα της πανώλης (πανούκλα). Βάσει διαφορετικών συναξαρίων, ο Άγιος Χαράλαμπης γεννήθηκε το 90 μ.χ. και μαρτύρησε σε ηλικία 113 χρονών.


Ο Αργάγγελος Μιχαήλ.
Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ.  Δια της δεξιάς κρατεί υψωμένην ρομφαίαν, δια της αριστεράς κρατεί υψηλά άνδρα ημίγυμνον, του οποίου η οσφύς περιβάλλεται δια κολοβίου.  Καταπατεί τον διάβολον, ο οποίος, έχων εστραμμένην την κεφαλήν άνω, φαίνεται ως να λέγει τα εξής: (αναγραφόμενα καθέτως κατά μήκος του γαντζίου):
«Ειδικός  μου ησι ω φηλάργιρι που πας άνωθι».
Όλη την επιφάνεια της εικόνας καταλαμβάνει ολό­σωμος ο αρχάγγελος Μιχαήλ, που όρθιος πατά με ανοιχτά πόδια στο έδαφος. 
Το αυστηρό πρόσωπο του αρχαγγέλου πλαισιώνεται από σγουρά μαλλιά, που πέφτουν στην πλάτη του. Το κεφάλι του περιβάλλεται από φωτοστέφανο, που ορίζεται στον κάμπο της εικόνας από δύο λεπτούς ομόκεντρους κύκλους. Τα άσπρα με γκρίζες γραμμώσεις  φτερά του και ο ανοιχτοκόκκινος ανεμιζόμενος μανδύας του δημιουργούν γύρω του ένα κυματιστό ανάλαφρο πλαίσιο που υποβάλλει την εντύπωση της εξαϋλωμένης κίνησης. Με όλα αυτά τα στοιχεία η μορφή κερδίζει σε δυναμισμό και αυτοπεποίθηση.


Το Τέμπλο του Άη Γιώργη.
Το Τέμπλο, είναι ζωγραφιστό, απλό και έχει πάνω του τις εικόνες των Αποστόλων.  Πρόκειται για μια ξεχωριστή κατηγορία τέχνης, που συνδυάζει την ανατολική και τη δυτική καλαισθησία. Μια τέτοια ξεχωριστή κατηγορία τέχνης, που δείχνει δυτικές επιρροές αφομοιωμένες στο εγχώριο ύφος, είναι το εικονοστάσιο του Αη Γιώργη, το οποίο δεν είναι ξυλόγλυπτο αλλά ζωγραφιστό. Στο επάνω από τις εικόνες του τέμπλου  διάζωμα ο καλλιτέχνης συνέθεσε το θέμα της αμπέλου, ενώ στο κάτω από τις εικόνες διάζωμα ο καλλιτέχνης συνέθεσε διάφορα θέματα με άνθη.  Πρόκειται για μια τέχνη που τον 18ο αιώνα την συναντούμε σε Τράπεζες μοναστηριών και στα αρχονταρίκια τους, όπως και στα κοσμικά αρχοντικά του 18ου αιώνα, ιδιαίτερα της Καστοριάς και της Σιάτιστας.
Ο ξυλόγλυπτος σταυρός στηρίζεται σε εικόνα του Μυστικού Δείπνου.  Εκατέρωθεν του τέμπλου βρίσκονται άλλες εικόνες.


Ο Δεσποτικός θρόνος.

Ο δεσποτικός θρόνος βρίσκεται στη μέση της νότιας πλευράς του μεσαίου κλίτους και απέναντι του άμβωνα.  Στην τιμητική αυτή θέση στέκεται ο επίσκοπος εις τύπον και τόπον Χριστού, σύμφωνα με τον άγιο Ιγνάτιο το θεοφόρο. Άλλωστε πίσω του εικονίζεται ο Δεσπότης Χριστός για να θυμίζει την αδιάκοπη παρουσία Του στην Εκκλησία. Είναι κατασκευασμένος από ξύλο και φέρει θαυμάσια γλυπτική διακόσμηση.
Στην ράχη του δεσποτικού θρόνου ο οποίος πάνω καταλήγει σε απλά ξυλόγλυπτα κοσμήματα, είναι ανηρτημένη η εικόνα του Ιησού επί θρόνου και από κάτω η επιγραφή: «Ο Μέγας Βασιλέας». Στο κάτω μέρος αναγράφεται «χειρ. Μαργαρίτου Λάμπρου εκ Κολακιάς».
Ο Χριστός με πατριαρχικό σάκκο και ωμοφόριο σαν αρχιερέας, αλλά και με αυτοκρατορικό στέμμα και λώρο σαν αυτοκράτορας, κάθεται σε μεγάλο θρόνο, έχει μπροστά του ανοιχτό ευαγγέλιο που το συγκρατεί με το αριστερό του χέρι και ευλογεί με το δεξί.
Στη βάση των ποδών του μεσαίου κλίτους και πάνω από το καθένα υπάρχουν στηθάρια προφητών και βασιλέων.
Ο Άμβωνας.
Ο άμβωνας βρίσκεται στη μέση της νότιας πλευράς του μεσαίου κλίτους, σημαίνει ύψωμα, εκ του αναβαίνω.  Από εκεί διαβάζεται το ιερό Ευαγγέλιο από τον διάκονο και κηρύσσεται ο θείος λόγος από τον ιεροκήρυκα.  Συμβολίζει τον τάφο του Χριστού και ο διάκονος τον άγγελο της Αναστάσεως (Μάρκ.16:6).  Στην εμπρόσθια όψη και σε εμφανές σημείο αναγράφεται η ημερομηνία 1844.  Φέρει παραστάσεις των ιερών Ευαγγελιστών και υπάρχει ανάγλυφο περιστέρι, πάνω στο οποίο τοποθετείται το ιερό Ευαγγέλιο και συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα.
Οι φορητές εικόνες του τέμπλου με την υπογραφή του Μαργαρίτη Λάμπρου εκ Κολακιάς δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.  Τα έργα είναι πανομοιότυπα, περιορίζονται οι λεπτομέρειες κι αφήνονται τα χαρακτηριστικά της εικόνας, που θυμίζουν απλώς την παράσταση.  Φαίνεται ότι η αγιογραφία αποτελεί για τον Κολακιώτη Μαργαρίτη Λάμπρου απλό βιοποριστικό επάγγελμα.
Η απεικόνιση και αποτύπωση της φύσης στην εκκλησία του Αη Γιώργη είναι αρκετά έντονες, απετέλεσε αντικείμενο δημιουργικής ενασχόλησης του ανθρώπου και έκφραση των βαθύτερων αισθημάτων του για το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει.
Η Εκκλησία δεν φοβήθηκε να απεικονίσει στους χώρους της λατρείας της τη φύση και τα όντα που υπάρχουν σ' αυτή, γιατί μελετώντας και θαυμάζοντας την κτίση ο άνθρωπος ανάγεται στον Κτίστη και στη δοξολογία του Δημιουργού των όλων, καθιστώντας τη θεολογία και το σωτηριολογικό της κήρυγμα εύληπτο και κατανοητό.

Τα ξύλινα θωράκια του γυναικωνίτη.
Στην τέχνη που δημιουργήθηκε με την επικράτηση του Χριστιανισμού, η απεικόνιση της φύσεως περιλαμβάνεται ως αναπόσπαστο τμήμα που πλαισιώνει την εξεικόνιση των θείων γεγονότων της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης.



Στην ζωγραφική τα στοιχεία της φύσης, βουνά, δένδρα, ποταμοί, θάλασσα, ζώα, άνθη, πουλιά, ψάρια παρουσιάζονται με ιδιαίτερη έμφαση και ρεαλισμό, ενταγμένα όμως σε ένα πλαίσιο συμβολισμού και αλληγορίας.
Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί το πώς η Ορθόδοξη Εκκλησία και θεολογία εκλαμβάνει τη φύση και τη θέση του ανθρώπου μέσα σ' αυτή. Δεν αγνοεί ότι ο άνθρωπος πλάστηκε «κατ' εικόνα Θεού και ομοίωσιν», είναι η κορωνίδα της Δημιουργίας, «το τιμιώτερον απάντων των ορωμένων» κατά τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, που τοποθετήθηκε από το Δημιουργό στον Παράδεισο της τρυφής και για τον οποίο ο Θεός δημιούργησε τα πάντα. Τιμήθηκε με το προνόμιο να άρχει της γης και να κυριαρχεί σ' όλα τα όντα που υπάρχουν σ' αυτή: «... αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και πληρώσατε την γην και κατακυριεύσατε αυτής και άρχετε των ιχθύων της θαλάσσης και των πετεινών του ουρανού και πάντων των κτηνών και πάσης της γης και πάντων των ερπόντων επί της γης» (Γεν. ^ 28) είναι η ευλογία του θεού προς τον άνθρωπο. Το προνόμιο αυτό το βλέπουμε να πραγματώνεται σε μια πρώτη εφαρμογή κατά την ονοματοδοσία πάντων των όντων από τον Αδάμ.

Άποψη του Αη Γιώργη των αρχών του αιώνα.



Ο ΝΕΟΣ ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Στις 5 Ιουλίου 1974 θεμελιώθηκε νέος και πολύ μεγαλύτερος Ναός αφιερωμένος και αυτός στον Άγιο Γεώργιο σύμβολο του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος των Ξυλοπολιτών και του κεντρικού ρόλου που έπαιξε ανά τους αιώνες.  Ο νέος Ναός είναι νεοβυζαντινής τεχνοτροπίας, κτίστηκε σε αρκετά υψηλό σημείο κοντά στην πλατεία για να σηματοδοτεί την κοινότητα.
Ο νέος Ναός εγκαινιάσθηκε στις 2/10/1993 από τον Μητροπολίτη Λαγκαδά κ. κ. Σπυρίδωνα εφημερεύοντος του Ιερέα Λίμου Γεωργίου.
Τα εγκαίνια του νέου Ναού του Άη Γιώργη.

Ο νέος Ναός προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου.



ΤΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ  ΝΙΚΗΤΑ

Οι νέοι του χωριού οι γεννηθέντες το έτος 1965 τιμώντες την αγία και καθαρή ζωή του Αγίου Νεομάρτυρα Νικήτα, που αντιφέγγιζε στον κόσμο το φως του Χριστού, προέβησαν στην κτίση παρεκκλησίου στο όνομά του.
Κτισμένο σε γραφικό τοπίο στην είσοδο του χωριού στη μνήμη των αθάνατων προγόνων μας, με θέα τις γύρω πλαγιές του Τσούγλας και της Κιάντας, γεμίζει με εικόνες την πορεία μας ενώ την βάση του γλύφει ο Μπογδάνας.
Η Ξυλόπολη δίνει ευκαιρίες για «άγριες» βόλτες σε οικισμούς, πλαγιές και μονοπάτια κρεμασμένα στις πλαγιές του Βερτίσκου.  Πάρτε νερό, κουράγιο, βαθιές ανάσες, στην αυλή του Αγίου Νικήτα, ανεβείτε στην πλατεία και συνεχίστε για τον Άη Γιώργη. 
Μικρό και γραφικό κτίσμα, χωρίς την τυπική και συνήθη μορφή των εκκλησιών, βρίσκεται μέχρι σήμερα στην επικαιρότητα γιατί απολαμβάνει της συνεχούς φροντίδας των κτητόρων του. 
Το μέρος ενώνει και συνδυάζει πρωτοποριακές μεθόδους οικολογίας και διατήρησης της μνήμης. Η απήχηση του είναι το αποτέλεσμα αυτού του συνδυασμού.






[1] Μαργαρίτης Λάμπρου (1813-1850) – Είναι ο ζωγράφος με την παλαιότερη εντοπισμένη δραστηριότητα, του οποίου τα έργα διατηρούν ακόμα την ποιότητα των έργων του τέλους του 19ου αιώνα.
[2]Ιεροθέου   Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου -  «Οι Δεσποτικές Εορτές»
[3] Ε. Σηφάκη κ Γ. Κατσαλή, Ο Ιερός Ναός του Αγίου Γεωργίου στην Έμπαρο, Ηράκλειο.
[4] Γκότση Γ. Χρήστου – «Ο μυστικός κόσμος των Βυζαντινών Εικόνων» - τομ. Α΄
[5] Γκότση Γ. Χρήστου – «Ο μυστικός κόσμος των Βυζαντινών Εικόνων» - τομ. Β΄