Μόνο μια φορά είναι αρκετή για να ερωτευτείς αυτόν τον τόπο. Αφήνοντας το γεφύρι του, αρχίζει η ανάβαση για το χωριό και το ένα μαγευτικό τοπίο διαδέχεται το άλλο, ενώ ο αέρας μυρωμένος από τις ανάσες των δένδρων πλημμυρίζει τις αισθήσεις, δεν μπορείς παρά να αναζητάς περισσότερες στιγμές στην ευλογημένη Ξυλόπολη.
Το πλούσιο δίκτυο των καλντεριμιών και μονοπατιών που συναντούσε ο επισκέπτης, τον οδηγούσαν σε μοναδικές περιοχές φυσικού τοπίου. Τα μονοπάτια και οι δρόμοι που ανηφορίζουν προς την Βορειοανατολική έξοδο του χωριού σε οδηγούν στον μοναδικού κάλους Μπογδάνα προτού φτάσεις στην Ξυλόπολη.
Η κοίτη του καταλαμβάνεται από διαφόρων μεγεθών ογκόλιθους που κάνουν τη διάβαση ιδιαίτερα ελκυστική και περιπετειώδη. Κατά διαστήματα πέτρινες λιμνούλες και υδρορροές φιλοξενούσαν υδροχαρή βλάστηση και διάφορα υδρόβια είδη (καβούρια, διάφορα είδη βατράχων, κ.λ.π.).
Τα χελιδόνια σπάθιζαν το αέρινο ρεύμα διασχίζοντας κατά μήκος το ποτάμι, εξασφαλίζοντας την τροφή τους από τα έντομα, ενώ ο πετροκότσυφας απομακρύνονταν φοβισμένος. Η περιοχή που εξελίσσεται αυτή η διαδρομή αξίζει ιδιαίτερα για περιηγητικές επισκέψεις και βοτανολογικού ενδιαφέροντος εξορμήσεις.
Η συνέχεια είναι ελαφρά κατηφορική και ευχάριστη για τον επισκέπτη μετά τον Τοπ-Καμπάκ όπου είναι η αρχή μας. Το ρέμα που διαρρέει το λιόφυτο ποτάμι σχηματίζει μικρούς αλλά εντυπωσιακούς καταρράκτες σε κάποια σημεία έως να φτάσει στη λίμνη του Λαγκαδά. Η περιοχή διαθέτει πολλά πηγαία νερά.
Χειμωνιάτικο με όμορφη αγριάδα τοπίο, η άνοιξη ολάνθιστη και μελωδική, το φθινόπωρο και το καλοκαίρι πιο πολύβουο από τους αγρότες που πηγαινοέρχονται στα χωράφια.
Στο σημείο που τελειώνει ο αγροτόδρομος και η πεζοπορική μας διαδρομή ακολουθεί το μονοπάτι παράλληλα με την κοίτη του Μπογδάνα. Ιτιές, λεύκες, πλατάνια και καρυδιές μας συντροφεύουν στην πεζοπορία. Σε κάποια σημεία το μονοπάτι συναντά την κοίτη του ποταμού, την ακολουθεί για λίγα μέτρα και στη συνέχεια την ξαναφήνει πότε στα δεξιά και πότε στα αριστερά του.
Η κοίτη του Μπογδάνα είναι αρκετά φαρδιά και στο σημείο όπου την συναντά η διαδρομή μας τον περισσότερο χρόνο δεν έχει νερό, έτσι ακολουθούμε το μονοπάτι πολύ εύκολα, αν όμως η διαδρομή γίνει χειμώνα και μετά από βροχές, τότε σε ορισμένα σημεία υπάρχει πρόβλημα προσπέλασης. Καλό θα είναι να ακολουθήσουμε τη διαδρομή παράλληλα με το ποτάμι, αλλά πιο μέσα, έως ότου να ξαναβρούμε τα σημάδια του μονοπατιού. Συνεχίζοντας να περπατάμε παράλληλα με την κοίτη, φτάνουμε στα Δύο Πηγάδια όπου βρίσκονται ίχνη του πρώτου νερόμυλου.
Μέσα σε ειδυλλιακά τοπία ήταν κτισμένοι όλοι οι νερόμυλοι της Ξυλόπολης. Δίπλα από το ποτάμι, κάτω από πλατάνια, σε ερημικές τοποθεσίες, αποτέλεσαν εικόνες που μόνο σε βιβλία παραμυθιών μπορούμε να δούμε σήμερα.
Από του ρεύματος τούτου ανέρχεται μεγάλη ανωφέρειαν βαίνουσα δια δάσους πρίνων και μετά 1 ½ ώρ. διαβαίνουσα μέγα ρεύμα επί λιθίνης καλής γεφύρας, εχούσης 30-35 μ. μήκος και 6 μ. πλάτος, και παρερχομένη του παρ’ αυτή στρατιωτικού σταθμού, ανέρχεται δι’ ελιγμών και παρέρχεται του χωρίου Λιγκοβάνι έχοντος περί τας 120 οικογενείας χριστιανικάς, εκκλησίαν, δύο υδρόμυλους, κινουμένους δια του ύδατος του προηγουμένου ρεύματος και 4 χάνια, ών τα 2 μεγάλα. Ν. Σχινάς «ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΑΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-1886
Αν κάποιος ακολουθήσει το ποτάμι, θα δει ότι η περιοχή είναι γεμάτη από υπολείμματα νερόμυλων. Η προσφορά τους ήταν τεράστια για αρκετές εκατοντάδες χρόνια, τόσο στη διατροφή των κατοίκων, όσο και στην κοινωνική ζωή.
Ενώ πορευόμαστε στα χνάρια αυτής της άγριας ομορφιάς φτάνουμε στον επόμενο νερόμυλο. Σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση με ευδιάκριτη την εσωτερική και εξωτερική διαμόρφωσή του.
Ο βασικός λόγος που ο παραδοσιακός αυτός νερόμυλος μας εξάπτει τη φαντασία, είναι η ομορφιά του, που πηγάζει από την απόλυτη εναρμόνισή του με το φυσικό περιβάλλον. Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για το κτίσιμο του μύλου βρίσκονται στο διπλανό δάσος, στο πλησιέστερο νταμάρι, στο απέναντι βουνό. Η αρχιτεκτονική του είναι προσαρμοσμένη στη μορφολογία του εδάφους, το κλίμα της περιοχής, την καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση των στοιχείων της φύσης. Οι παράγοντες αυτοί δεν καθιστούν τους παραδοσιακούς μύλους απλά ελκυστικούς αλλά κυρίως ιδανικά δείγματα οικολογικής ανάπτυξης.
Η κατασκευή του παραπάνω μύλου είναι απλή. Το κύριο κτίσμα είναι ορθογώνιο, λιθόκτιστο με κεραμίδια, δώμα (το οποίο εξυπηρετούσε τις διανυκτερεύσεις του μυλωνά). Η πέτρα, που βρισκόταν (και βρίσκεται ακόμα) σε αφθονία στο χώρο του ορεινού οικισμού, ήταν ένα υλικό - προϊόν του περιβάλλοντος, η χρήση της οποίας, όχι μόνο δεν αλλοίωνε το τοπίο αλλά αντιθέτως, συνέβαλε καθοριστικά στην τέλεια αρμονία της σύνθεσης, έτσι ώστε, με δυσκολία να ξεχωρίζει το κτίσμα από το φυσικό περιβάλλον του. Η αυστηρή γεωμετρία του όγκου και η σκληράδα της πέτρας, όμοια με τη σκληράδα του τοπίου, αποτελούσαν (και βεβαίως αποτελούν) την ομορφιά του παραδοσιακού μύλου. Η κατασκευή της στέγης είναι προσαρμοσμένη στην τοπική αρχιτεκτονική, δηλαδή ξύλινη κεκλιμένη τετράριχτη κάλυψη από κεραμίδια. Οι διαστάσεις του είναι περίπου 10x7 μ., γεγονός το οποίο καθόριζε και το κόστος κατασκευής. Στο χαμηλότερο σημείο του, αμέσως μέσα από την εξώθυρα, γίνονταν οι συναλλαγές και η αναμονή των πελατών. Στο υψηλότερο, με διαφορά δύο-τριών βαθμίδων, γινόταν το άλεσμα. Τα παράθυρα ήταν λίγα και μικρά, το δάπεδο από πατημένο χώμα, και υπήρχε και τζάκι.
Στους νερόμυλους οι χωριανοί αντάλλασσαν απόψεις για όλα τα θέματα που τους απασχολούσαν, ειδικότερα για τις γεωργικές ασχολίες, τη συγκομιδή χωρίς να λείπουν τα κουτσομπολιά και η παραπολιτική.
Η συνάντηση πολλών ανθρώπων από τις γύρω περιοχές έδινε την εικόνα πανηγυριού. Καθένας που ερχότανε έφερνε και τα δικά του νέα και ως τοπικός ανταποκριτής έδινε τη δική του ανάλυση στην ημερήσια διάταξη των θεμάτων, που είχε η ατζέντα του μυλωνά. Ο μυλωνάς ως εκπρόσωπος τύπου της περιοχής διέψευδε η επιβεβαίωνε τα νέα ανάλογα με την πληροφόρηση που είχε.
Οι μύλοι της Ξυλόπολης εξυπηρετούσαν συνήθως εκτός από τις τοπικές και τις ανάγκες των γύρω χωριών. Οι περισσότεροι υδρόμυλοι λειτούργησαν μέχρι τη δεκαετία του '60.
Το άλεσμα στο μύλο ήταν μια εργασία που για κάθε νοικοκυριό έπρεπε να γίνει τουλάχιστον τρεις φορές το χρόνο, ήταν κοπιαστική εμπειρία, αλλά συνάμα είχε χαρακτήρα πανηγυριού. Ξεκινούσαν από τα χωριά τους οι αγρότες του Βερτίσκου, της Νικόπολης, με κατεύθυνση τους μύλους του μπάρμπα-Κώστα, του μπάρμπα-Λάζαρου ενώ οι αγρότες του Ισώματος, των Θεοδοσίων, του Καρτερέ, του Λευκοχωρίου με κατεύθυνση τους υπολοίπους μύλους, παρέες παρέες, με φορτωμένα στα ζώα τα σακιά με τον καρπό, εφοδιασμένοι με όλα τα απαραίτητα για τη μακρά, πολλές φορές, πορεία, όσο και για τη διαμονή στον ευρύτερο χώρο του μύλου, όπου η παραμονή τύχαινε να είναι και πολυήμερη όταν πλησίαζαν οι γιορτές και αυξάνονταν οι ενδιαφερόμενοι που περίμεναν υπομονετικά τη σειρά τους για να αλέσουν. Στη διάρκεια της αναμονής πολλές γυναίκες έκλωθαν μαλλί με το αδράχτι, ενώ παρακολουθούσαν, αν ήταν τυχερές και συντύγχανε κανένας δεινός αφηγητής, περιπετειώδη - συχνά αυτοσχέδια - παραμύθια, για να περνά πιο ευχάριστα η ώρα. Όταν η πείνα τους θύμιζε την ανάγκη για το ταπεινό γεύμα, άπλωναν κατάχαμα την τάλβα και απολάμβαναν τη γνησιότητα του ψωμιού και της ελιάς, της λιπαριάς, του σκόρδου και του κρεμμυδιού. Όταν συμπληρωνόταν το άλεσμα, η παρέα έπαιρνε το δρόμο της επιστροφής, με τη βαθιά ικανοποίηση που δίνει η εκτέλεση σοβαρής αποστολής, και όταν, τέλος έφταναν πίσω στον τόπο τους, πρώτη τους έγνοια ήταν να δοξάσουν το Θεό που τους αξίωσε άλλη μια φορά να αλέσουν τα γεννήματά τους για να θρέψουν τα παιδιά τους.
Σε πολλές περιπτώσεις, οι νερόμυλοι αντανακλούσαν την κοινωνική και οικονομική θέση των ιδιοκτητών τους. Σε κάποιες άλλες, λειτουργούσαν ως οικία και επαγγελματική στέγη ταυτόχρονα.
Μετά την επίσκεψη μας στο νερόμυλο ιδιοκτήτες του οποίου ήταν οι: Δούνδης Δ.-Χαριζάνης Χ.-Καλλίνος Αβραάμ, κατηφορίζουμε και σε λίγο βρισκόμαστε στη λιόφυτη λάκα του Κατάρα. Ο ψηλός μαντρότοιχος δεν μας εμπόδιζε να γευτούμε τα μαυροδαμάσκηνα, καρύδια ή κυδώνια. Στρέφοντας το βλέμμα μας προς την κορυφή του λόφου βλέπουμε τους δρόμους που οδηγούν στο χωριό και δίπλα τους παραδοσιακούς αχυρώνες, κτίσματα άλλων εποχών, σημάδια της πρώιμης ανθρώπινης παρουσίας και του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων της Ξυλόπολης. Κατηφορίζουμε νοτιοανατολικά και σε λίγο απλώνονται χαμηλότερα μπροστά μας οι κατάφυτες λάκες, με τα μποστάνια και όλων των ειδών τα καλούδια. Εγκαταλείπουμε τη μικρή λιμνούλα (παραλία) και νοτιότερα προβάλει μπροστά αριστερά μας ο άλλος νερόμυλος των Κανλή Τ. και Πάσχου Π.
Φθάνοντας στην εθνική οδό βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη μεγάλη γέφυρα κτίσμα του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Μετά τη γέφυρα και σε μικρή απόσταση βρισκόταν ο άλλος μύλος του Τερζή Λάζαρου. Ακολουθώντας την κοίτη του Μπογδάνα, στα αριστερά μας κρέμονται οι βραχώδεις προεξοχές πάνω από τα κεφάλια μας, γύρω από τις οποίες περιφέρονται πολλές φορές ζευγάρια αετών. Μετά την επίσκεψη στο γαληνεμένο τοπίο και μετά από τις συνεχείς στροφές στην απότομη πλαγιά φτάνουμε στον μύλο του Ηλίου Κων/νου στην Χελιδονόλιμνη (Λιστσιβίτσιν βιρ).
Δεν χρειάζεσαι οδηγό για την επίσκεψη αρκεί να ακολουθήσεις το δρόμο του νερού που σε βγάζει από του Παππά τα πηγάδια μέχρι τη Χελιδονόλιμνη (Λιστσιβίτσκα), ένας τόπος που δεν θα πληγώσει την αισθητική, οι εικόνες της φύσης που ανακαλύπτεις είναι μοναδικές. Άλλωστε το στοιχείo του νερού είναι εδώ το κυρίαρχο. Η γοητεία που αναδεικνύεται με τους καταρράκτες και την αέναη κίνηση των νερών φροντισμένα απ' τη φύση μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, δημιουργούν στιγμές μαγείας. Δεν έχει γίνει καμία προσπάθεια συντήρησης και αναπαλαίωσης των μύλων, τα υπολείμματά τους όμως δείχνουν αρκετό μεράκι, αγάπη και σεβασμό στη παράδοση.
Οι νερόμυλοι είναι γενικά πολύ αξιόλογοι για παρατήρηση. Παρ' όλο που οι περισσότεροι στην περιοχή είναι ερειπωμένοι, μπορούμε να τους παρατηρήσουμε και να καταλάβουμε τη λειτουργία τους, που σε γενικές γραμμές έχει ως εξής:
Μέσα από πετρόχτιστους νεραύλακες 400 μ. περίπου που μόνο ίχνη τους υπάρχουν ακόμη σε ορισμένους μύλους, ερχόταν ορμητικά το νερό από το Μπογδάνα. Περνούσε στη χωμάτινη στέρνα, έπεφτε κάθετα στο τεράστιο κάθετο μεταλλικό χωνί κι από εκεί κυλούσε με βουή και μεγάλη δύναμη στη στροβίλα που ήταν από κάτω από το κτίσμα, τη χτυπούσε, τη γύριζε και έπεφτε τέλος στον ποταμό.
Η δύναμη του νερού γύριζε τη φτερωτή της στροβίλας, που είχε φτερά. Από πάνω, ήταν οι δύο γρανιτένιες, τεράστιες μυλόπετρες. Η φτερωτή έσπρωχνε την πάνω μυλόπετρα, η οποία γύριζε κι έτριβε τα σιτάρια και τα άλλα δημητριακά πάνω στη δεύτερη, που ήταν σταθερή κι έτσι παραγόταν τα διάφορα αλεύρια. Ήταν τόση η πίεση της μυλόπετρας και η ποσότητα της δουλειάς, που κάθε τρία-τέσσερα χρόνια η πάνω μυλόπετρα φαγωνόταν λίγο και την πελεκούσαν και τη διόρθωναν.
Ανάμεσα στους βοηθητικούς χώρους των νερόμυλων ήταν και η νεροτριβή, μια υπαίθρια συνήθως κατασκευή, που χρησίμευε για την επεξεργασία μάλλινων υφαντών κατά το στάδιο της κατασκευής τους ή για το ετήσιο πλύσιμό τους. Πρόκειται για ένα ανεστραμμένο κάδο σε σχήμα κόλουρου κώνου με το μεγαλύτερο τμήμα χωμένο μέσα στο έδαφος ώστε η πίεση του νερού να μη δημιουργεί κινδύνους ανοίγματος των τοιχωμάτων.
Επί αιώνες το ρέμα του Μπογδάνα γέμιζε με τις βουές του νερού και το βογκητό των μυλόπετρων που αλέθανε τα σιτάρια και τα καλαμπόκια. Οι άνθρωποι τότε φρόντιζαν μόνοι τους για την παρασκευή του αλευριού.
Περπατώντας κανείς στα στενά μονοπάτια κατά μήκος του Μπογδάνα, καταλαβαίνει πόσο απλή ήταν η ζωή κάποτε και πόσο αρμονικά δεμένη με το φυσικό περιβάλλον.
Νερόμυλοι κτισμένοι με πέτρες και ξύλα, ενσωματώνουν γνώσεις από μία αρχιτεκτονική, που στις μέρες μας έχει πια χαθεί
Το χωριό μας σήμερα, είναι γεμάτο από πολιτιστικούς θησαυρούς μεγάλης σημασίας για το μέλλον του και πρέπει να προσεχθούν ιδιαίτερα.
Οι τοποθεσίες που οι παππούδες μας επέλεξαν για να κτιστούν, ήταν οι καλύτερες της περιοχής, με άφθονα νερά. Ήταν ακόμη οχυρές, τραβηγμένες και αθέατες από τον εθνικό δρόμο Θεσσαλονίκης-Σερρών για καλύτερη προστασία από τους πειρατές. Το συνεχές βουητό των νερών, το ατέλειωτο πήγαινε - έλα των ανθρώπων, ο ήχος από το χρυσοκίτρινο, λαμπερό αλεύρι που έβγαινε από τα "σπλάχνα" του, αλλά και η "χρήση" του στην καθημερινή ζωή για την απόδοση ορισμένων καταστάσεων ή χαρακτηριστικών, όπως των... πολυλογάδων, είναι ορισμένα, μόνο, χαρακτηριστικά των νερόμυλων, που στην Ξυλόπολη αποτελούν έναν κρίκο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Περπατήστε στα σοκάκια της Ξυλόπολης, μπείτε στα χαλάσματα, δώστε τους ζωή έστω και για λίγο, σαν φόρο τιμής σε αυτούς που εγκατέλειψαν τον μάταιο τούτο κόσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου