Από τις αρχές του 1800 συμπαγείς βουλγαρικές μάζες, συνέρρεαν στη Μακεδονία και Θράκη, για να δουλέψουν με φτηνό μεροκάματο στα τουρκικά, εβραϊκά, αλλά και στα ελληνικά τσιφλίκια. Ήταν επόμενο λοιπόν οι αλλεπάλληλες και μακροχρόνιες ελληνοσλαβικές επιμιξίες να συντελέσουν στη γλωσσική και πληθυσμιακή αλλοίωση του ελληνικού στοιχείου της Λιγκοβάνης.
Παρ’ όλες τις πιέσεις, τις οικονομικές παροχές και τη χρησιμοποίηση μιας συγγενούς γλώσσας στην εκκλησία και το σχολείο, οι Λιγκοβανιώτες δεν έδειξαν προθυμία στο να απαρνηθούν το Πατριαρχείο, γιατί είχαν βαθιά ελληνική συνείδηση οι περισσότεροι και ο Ελληνισμός εξακολουθούσε να διατηρεί την αίγλη σ’ αυτούς.
Ο Γ. Μόδης αφηγείται διάφορα απίστευτα περιστατικά, τα οποία συνέβησαν στη Λιγκοβάνη αυτή την περίοδο και αποτελούν ζωντανό δείγμα του λυσσαλέου αλληλοσπαραγμού που είχε ξεσπάσει σ’ όλα τα σλαβόφωνα χωριά όπου ο βουλγαρισμός είχε παρασύρει ένα μέρος των κατοίκων. Τα επεισόδια αυτά είχαν επίκεντρο τον Αη Γιώργη. Γιαυτό η Τούρκικη αρχή διέταξε το σφράγισμά του. Η εκκλησία του Αη Γιώργη αποτελούσε το σύμβολο της Λιγκοβάνης, η κατοχή της είχε ταυτιστεί με τη εθνικότητα των κατοίκων της, γι’ αυτό δόθηκαν σκληροί και αδυσώπητοι αγώνες για την κατοχή της.
Οι βουλγάρικες συμμορίες, έχοντας ως κέντρο την εκβουλγαρισθείσα Ζάροβα, δρούσαν αυτή την εποχή στην περιοχή της Λιγκοβάνης.
Οι Βούλγαροι λυμαίνονταν την περιοχή και απέβλεπαν στην ερήμωσή της και την εγκατάσταση σ’ αυτήν «νομαδικών ορδών», ώστε να φανεί ότι κατοικείται από Βούλγαρους.
Μετά το 1900 επανέλαβαν τον ατιμωτικό πόλεμο ενάντια στους πατριαρχικούς με βίαιους προσηλυτισμούς και εκβιασμούς στην περιοχή μας.
Η εφημερίδα «Βετσέρνα Πόστα» της Σόφιας διακήρυττε ότι μία μόνο φυλή πρέπει να επικρατήσει στα Βαλκάνια, η Βουλγαρική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου